Σάββατο 11 Απριλίου 2015

Τα πάθη των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο

Τα πάθη των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο

Γράφουν οι συντάκτες του maga.gr

Η ιστορία των πολύπαθων γλυπτών του Παρθενώνα είναι λίγο πολύ γνωστή σε όλους μας. Στο διάστημα 1803-1812 ο Τόμας Μπρους, 7ος κόμης του Έλγιν και Βρετανός πρεσβευτής στην Οθωμανική Κωνσταντινούπολη, εκμεταλλευόμενος την Οθωμανική κυριαρχία στην Ελληνική επικράτεια απέκτησε φιρμάνι του Σουλτάνου που του επέτρεπε να αποκαθηλώσει γλυπτά από τον Παρθενώνα με σκοπό να τα μελετήσει και να τα αποτυπώσει σε σχέδια. Στην πορεία του έργου, κατόρθωσε να τα «φυγαδέψει» στη Μ.Βρετανία. Η Βρετανική κυβέρνηση αγόρασε τα γλυπτά από τον Λόρδο το 1816 κι έκτοτε βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο, όπου εκτίθενται δημόσια από το 1936. Μολονότι το φιρμάνι – που υποτίθεται πως αποτελούσε την άδεια του Σουλτάνου στον λόρδο και το οποίο φυλάσσεται στο Βρετανικό Μουσείο – δεν φέρει ούτε την τυπική, αρχική επίκληση στον Αλλάχ, ούτε την υπογραφή και τη σφραγίδα του Σουλτάνου, το μουσείο επιμένει σταθερά στη “δικαιωματική ιδιοκτησία” των γλυπτών.

Από τη δεκαετία του ΄80 η Ελληνική κυβέρνηση κάνει προσπάθειες για τις επιστροφή τους. Μία από τις προφάσεις του Βρετανικού Μουσείου στην άρνησή του για την επιστροφή των γλυπτών, αποτελούσε η έλλειψη “κατάλληλου χώρου” για τη στέγαση και τη συντήρησή τους στην Αθήνα. Μετά την ανέγερση του Μουσείου της Ακρόπολης, το Βρετανικό Μουσείο προθυμοποιήθηκε να συζητήσει το δανεισμό των γλυπτών στην Ελλάδα, με την προϋπόθεση ότι η Ελληνική κυβέρνηση θα αναγνώριζε στο Βρετανικό Μουσείο την ιδιοκτησία τους. Ήδη από την εποχή της αρπαγής των γλυπτών, πλήθος προσωπικοτήτων από όλο τον κόσμο διαδηλώνουν με κάθε ευκαιρία την αντίθεσή τους στο καθεστώς κράτησης των γλυπτών στο Λονδίνο.

πατήστε πάνω στις φωτογραφίες για μεγέθυνση
Ένα από τα επιχειρήματα της Ελληνικής πλευράς, έναντι της υποτιθέμενης ασφαλούς συντήρησης των γλυπτών στη Μ. Βρετανία, αποτελεί ο βανδαλισμός τους κατά την επιχείρηση καθαρισμού τους μεταξύ 1938 και 1939, όταν υπάλληλοι του μουσείου χρησιμοποίησαν χάλκινα εργαλεία και αμμωνία για να αφαιρέσουν αυτό που πίστευαν ότι ήταν βρωμιά (ενώ στην πραγματικότητα αποτελούσε οξείδωση της ιστορικής επιφάνειας που απέδιδε σε αυτήν το χαρακτηριστικό μελί χρώμα). Η αποκάλυψη του συμβάντος έλαβε χώρα μετά από έρευνα της εφημερίδας The Times την ίδια χρονιά. Ακόμη, η αναφορά στους καθαρισμούς του 1983, όταν το Βρετανικό Μουσείο κατηγορήθηκε για την επιτάχυνση της διαδικασίας αποσύνθεσης των μαρμάρων, μετά την επικάλυψη της Καρυάτιδας με ένα υποτιθέμενο προστατευτικό, πλαστικό, φιλμ.
Παρόλα αυτά, ο υφυπουργός πολιτισμού κ. Π. Τατούλης είχε δηλώσει το 2005 ότι “η Ελληνική κυβέρνηση δεν θα ήθελε να σχολιάσει περισσότερο τις πληροφορίες για πλημμελή συντήρηση και διαφύλαξή τους από το Βρετανικό Μουσείο, διότι το θέμα της επιστροφής των γλυπτών του Παρθενώνα δεν τίθεται στη βάση του ποιος τα προσέχει περισσότερο.”. Κι όμως, αποκαλύπτουμε σήμερα ότι η συντήρηση, η φύλαξη και η έκθεση των γλυπτών στο Βρετανικό Μουσείο συνεχίζει να είναι τουλάχιστον ανεπαρκής.
Συγκεκριμένα, καταγγέλλουμε ότι τα γλυπτά φιλοξενούνται σε σάλα (πινακοθήκη του Λόρδου Duveen) με φτωχό φωτισμό, κάτω από λεκιασμένους υαλοπίνακες που περιορίζουν σημαντικά το φυσικό φως, το οποίο είναι έτσι κι αλλιώς πολύ διαφορετικό από εκείνο του Αττικού ουρανού. Και όχι μόνο…
πατήστε πάνω στις φωτογραφίες για μεγέθυνση
Η σάλα θερμαίνεται με καλοριφέρ λαδιού και επιδαπέδια αερόθερμα ατάκτως ερριμμένα.
πατήστε πάνω στις φωτογραφίες για μεγέθυνση
Η υγρασία και η θερμοκρασία της ελέγχονται με απλά ψηφιακά υγρόμετρα-θερμόμετρα που υποτίθεται ότι διασυνδέονται ασύρματα με κάποιο κεντρικό σύστημα, μολονότι τα καλοριφέρ και τα αερόθερμα προφανώς δεν επικοινωνούν με αυτό και επομένως οι όποιες διακυμάνσεις δεν ρυθμίζονται ούτε αυτόματα, ούτε άμεσα.
πατήστε πάνω στις φωτογραφίες για μεγέθυνση
Εδώ οφείλει κανείς να λάβει υπόψη ότι η παρουσία των επισκεπτών, το πλήθος των οποίων δεν έχει σταθερή ροή και πυκνότητα κατά τις ώρες λειτουργίας για το κοινό, επηρεάζει σαφώς αυτές τις παραμέτρους, σε συνδυασμό με τις καιρικές συνθήκες. Επίσης, οι διεθνείς συστάσεις για τη συντήρηση της θερμοκρασίας και της υγρασίας στο εσωτερικό των μουσείων και ιδιαίτερα στους χώρους που φιλοξενούν μεγάλα και ακίνητα εκθέματα, δεν συμφωνούν με τον παθητικό έλεγχο του μικροπεριβάλλοντός τους1. Διόλου τυχαία, το ίδιο το κτίριο (building envelope) παρουσιάζει εμφανείς φθορές στο εσωτερικό του, όπως μπορεί εύκολα να διαπιστώσει ο αναγνώστης στις φωτογραφίες.
πατήστε πάνω στις φωτογραφίες για μεγέθυνση
Επιπλέον, τα γλυπτά είναι δυνητικά ευάλωτα στα αγγίγματα των επισκεπτών – ως επί το πλείστον μαθητών -, που μπορούν να έρχονται σε επαφή με τα γλυπτά, είτε για να φωτογραφηθούν μαζί τους είτε για να τα ακουμπήσουν, καθώς δεν υπάρχουν κατάλληλα περιοριστικά μέσα πέρα από τις σημάνσεις, αλλά ούτε ο ικανοποιητικός αριθμός προσωπικού του μουσείου σε εγρήγορση κατά τις ώρες αιχμής.
πατήστε πάνω στις φωτογραφίες για μεγέθυνση
Ακόμη και ο έλεγχος για έντομα στη σκοτεινή σάλα επαφίεται σε απλές παγίδες με κόλλα…
πατήστε πάνω στις φωτογραφίες για μεγέθυνση
Το σύγχρονο Mουσείο της Ακρόπολης θεμελιώθηκε το 2003 και άνοιξε για το κοινό στις 21 Ιουνίου 2009. Την ημέρα των εγκαινίων ένα κομμάτι μαρμάρου, που επιστράφηκε από το Μουσείο του Βατικανού, τοποθετήθηκε στη μετώπη του Παρθενώνα ως συμβολική πράξη για την επανένωση των μαρμάρων στην Αθήνα. Τον Νοέμβριο του 2010 σε διαγωνισμό της Ένωσης Δημοσιογράφων Τουριστικών Συντακτών Μ. Βρετανίας ψηφίσθηκε ως το Καλύτερο Μουσείο του Κόσμου.
πατήστε πάνω στις φωτογραφίες για μεγέθυνση
  1. “Objects too large for passive microclimate control to be practical” Development of humidity recommendations in museums and moisture control in buildings. JP Brown & William B Rose. 1997 

ΑΝ σας άρεσε αυτό το άρθρο κάντε κλίκ...ΕΔΩ.. για να είστε οι πιο ενημερωμένοι αναγνώστες του διαδικτύου.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου